τριώδιο

τριώδιο
Εκκλησιαστικό λειτουργικό βιβλίο, που περιέχει τις ακολουθίες των λειτουργιών από την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου έως το Μεγάλο Σάββατο. Ονομάστηκε έτσι, επειδή στις καθημερινές ακολουθίες του όρθρου, ο κανόνας αυτός, αντί των συνηθισμένων 9 ωδών, έχει 3 ωδές. Ως πρώτος ποιητής των Τ. αναφέρεται ο Κοσμάς ο Μαϊουμά, ο οποίος συνέθεσε άσματα της Μεγάλης Εβδομάδας. Τον 9o αι., όταν ανανεώθηκαν τα λειτουργικά βιβλία, οι ύμνοι που περιέχονταν σε αυτά αντικαταστάθηκαν από κανόνες κυρίως Στουδιτών ποιητών. Στη βιβλιοθήκη του Βατικανού υπάρχει χειρόγραφο Τ. που περιέχει κανόνες των αδελφών Θεόδωρου και Ιωσήφ Στουδίτη. Αξιόλογοι επίσης ποιητές του είδους υπήρξαν ο Ανδρέας Κρήτης, ο Κασσίας κ.ά. Η πρώτη έκδοση του Τ. έγινε στη Βενετία το 1522. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα εικονογραφημένα Τριώδια.
* * *
το, / τριώδιον, ΝΜ, και τριώδι Ν
(λειτ.) λειτουργικό εκκλησιαστικό βιβλίο το οποίο περιλαμβάνει τις ακολουθίες τών πριν από το Πάσχα εορτών, από την Κυριακή τού Τελώνη και τού Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο
νεοελλ.
1. συνεκδ. οι τρεις εβδομάδες τής αποκριάς
2. φρ. «αρχίζει [ή ανοίγει] το τριώδιο» — αρχίζουν οι αποκριές
μσν.
κανόνας που αποτελείται από τρεις ωδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι-* + -ῴδιον (< -ῳδός < ᾠδή), πρβλ. τετρα-ῴδιον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αποκριά — Στην εκκλησιαστική ορολογία, η λέξη α. σημαίνει την τελευταία ημέρα της κρεοφαγίας πριν από την περίοδο της νηστείας. Έτσι στο πλαίσιο της Εκκλησίας, μέρες α. είναι εκείνες που προηγούνται των τεσσάρων μεγάλων νηστειών, δηλαδή της Μεγάλης… …   Dictionary of Greek

  • απολυτίκιο — Εκκλησιαστικό ποίημα στο οποίο με συντομία αναπτύσσεται το ιστορικό της γιορτής της ημέρας. Τα α. είναι καθιερωμένα στη λειτουργική της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πρόκειται για μελοποιημένα ποιήματα και αποτελούν τα βασικά τροπάρια που επαναλαμβάνονται …   Dictionary of Greek

  • τρι- — και τρισ ΝΜΑ, και τρια Ν α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στην εξασθενωμένη βαθμίδα τού αριθμ. τρεις, τρία* και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται τρεις φορές (πρβλ. τρί γωνος,… …   Dictionary of Greek

  • Τελώνη και Φαρισαίου Κυριακή — Ονομασία η οποία δόθηκε από την Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία στην Κυριακή με την οποία αρχίζει το λεγόμενο Τριώδιο και η οποία αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, προοίμιο της Σαρακοστής. Η ονομασία οφείλεται στο γεγονός, ότι την Κυριακή αυτή διαβάζεται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”